Αίτια Αποτυχίας Εξωσωματικής Γονιμοποίησης
![]() |
Γεώργιος Πιστοφίδης MB. BS. FRCOG Χειρουργός Γυναικολόγος |
Οι περισσότερες ιστοσελίδες στην χώρα μας αλλά και διεθνώς, αναφέρουν ποσοστά επιτυχίας, δείχνουν χαρούμενες φωτογραφίες μωρών, περιγράφουν νέες τεχνικές εξωσωματικής αλλά σπάνια αναφέρονται στην πιο σημαντική ανησυχία του ζευγαριού που παλεύει να τεκνοποιήσει, την αποτυχία! Το ζευγάρι που έκανε μία προσπάθεια και μόλις πληροφορήθηκε το αρνητικό αποτέλεσμα, το ζευγάρι που γυρνάει τα κέντρα ψάχνοντας να βρει τα αίτια των αποτυχιών του ή έστω μια απάντηση για να μάθει αν μπορεί να ελπίζει. Σε αυτό το ζευγάρι απευθύνονται τα παρακάτω.
Τι έφταιξε και απέτυχα;
Η ερώτηση αυτή καίει σαν πυρακτωμένο σίδερο το μυαλό του ζευγαριού που μόλις έμαθε το αρνητικό αποτέλεσμα της προσπάθειας του. Ο γιατρός τους είπε ολοκληρώνοντας την θεραπεία τους, ότι όλα πήγαν καλά και πως είναι αισιόδοξος για το θετικό αποτέλεσμα.
Παρόλα αυτά, 12 ημέρες μετά την εμβρυομεταφορά, το αποτέλεσμα της χοριακής γοναδοτροπίνης είναι αρνητικό!
Κάποιες από τις ερωτήσεις που άμεσα ταλαιπωρούν το μυαλό:
- Ήξερε κάτι ο γιατρός και δεν το είπε;
- Θα μπορούσε να έχει κάνει κάτι παραπάνω;
- Γιατί μας είπε ότι όλα πήγαν καλά;
- Τελικά είχαμε όντως καλά έμβρυα;
- Θα κάνουμε τελικά παιδί;
- Αξίζει να ξαναδοκιμάσουμε;
- Μήπως τελικά φταίει κάτι άλλο που δεν έχει φανεί με τις εξετάσεις που έχουμε κάνει ως τώρα;
- Μήπως με βλάψουν όλες αυτές οι ορμόνες;
Οι σκέψεις γυρνάνε γύρω από την ασφάλεια των θεραπειών και την αγωνία αν θα υπάρξει ποτέ επιτυχία!
Σε αυτόν τον κυκεώνα έρχονται να προστεθούν και απόψεις από συγγενείς και γνωστούς που πολλές φορές προσπαθούν και αυτοί να “βοηθήσουν” την κατάσταση. Αποτέλεσμα; πλήρης σύγχυση, απογοήτευση και το χειρότερο από όλα, σε μερικές περιπτώσεις, ρήξη της σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ γιατρού, ζεύγους και μονάδας.
Σε αυτό το ψυχολογικό κλίμα έχει την υποχρέωση ο γιατρός να κάνει το πρώτο βήμα. Δηλαδή να προσεγγίσει και να μιλήσει προσωπικά στο ζευγάρι. Η συζήτηση δεν έχει τόσο πολύ την έννοια του να δώσει άμεσα ιατρικές εξηγήσεις, αλλά απλά να συμπαρασταθεί και να προσπαθήσει να απαντήσει περισσότερο ανθρώπινα και λιγότερο επιστημονικά, σε κάποιες ερωτήσεις –ανησυχίες- που άμεσα προκύπτουν από την αποτυχία της προσπάθειας. Η επιστημονική κουβέντα μπορεί και πρέπει, να γίνει σε δεύτερο χρόνο που τα πνεύματα έχουν κάπως κοπάσει και το μυαλό μπορεί να λειτουργήσει καθαρότερα και να αφομοιώσει το περιεχόμενο της συζήτησης.
Τι σημαίνει όμως, καλά έμβρυα αλλά τελικά απέτυχα!
"Στις περισσότερες περιπτώσεις που η προσπάθεια εξελίχτηκε όντως ικανοποιητικά, απαντήσεις που να εξηγούν άμεσα τα αίτια της αποτυχίας δυστυχώς, δεν υπάρχουν!
Πώς έμβρυα τα οποία την ημέρα της εμβρυομεταφοράς φαίνονταν μορφολογικά καλά, δηλαδή με τις αναμενόμενες για την ημέρα τοποθέτησης κυτταρικές διαιρέσεις καθώς και διαυγή και καθαρά κύτταρα, τελικά δεν έδωσαν κύηση?
Αυτό συμβαίνει δυστυχώς, ανεξήγητα, σε ένα μεγάλο ποσοστό 50-60% σε ηλικίες κάτω των 40 ετών. Τα περισσότερα ζευγάρια συνδέουν την λέξη τέλεια ή άριστα έμβρυα με επιτυχία και αυτό είναι λογικό. Δεν φταίει το ζευγάρι γι αυτή την παρεξήγηση. Αυτό προκύπτει, σε ένα βαθμό, από έλλειψη προ- ή δια-θεραπευτικής ενημέρωσης και επιμόρφωσης του ζευγαριού, για τις αδυναμίες της εξωσωματικής γονιμοποίησης.
Σημασία έχει πως, το ποσοστό της ανεξήγητης αποτυχίας δηλαδή αυτό το 50-60%, μεγαλώνει συνεχώς με την ηλικία της γυναίκας. Αυτό μεταφράζεται πως, τέλεια, άριστα, καταπληκτικά έμβρυα, δίνουν εγκυμοσύνες σε γυναίκες άνω των 40 ετών σε ένα ποσοστό μόνον 25%, σε ηλικίες γυναικών άνω των 43, λιγότερο από 10%, ενώ στην ηλικία των 45 ετών και άνω οι επιτυχίες της εξωσωματικής και στα καλύτερα κέντρα, είναι ελάχιστες.
Η επιστήμη της αναπαραγωγής με όλες τις εξελίξεις των τελευταίων ετών, δεν είναι σε θέση ακόμα ούτε να ελέγξει τα γεννητικά κύτταρα του ανθρώπου πριν την γονιμοποίηση, ούτε να επηρεάσει ή να βελτιώσει την ποιότητά τους μετά την λήψη. Αποτέλεσμα αυτής της αδυναμίας είναι προβληματικά κύτταρα να ζευγαρώνονται στο εργαστήριο με υγιή κύτταρα. Έτσι έμβρυα που προκύπτουν την 2η ή 3η ημέρα μπορεί να φαίνονται μορφολογικά καλά αλλά στην συνέχεια εμφανίζουν προβλήματα μέσα στην μήτρα, μετά την τοποθέτηση τους. Αυτό μπορεί να συμβαίνει σε ένα βαθμό και στην περίπτωση εξέλιξης των εμβρύων μέχρι και το στάδιο της βλαστοκύστης (5η - 6η ημέρα).
Ο αριθμός των ωαρίων μειώνεται γεωμετρικά με το πέρασμα των ετών. Από τα 2.000.000 ωάρια που ανευρίσκονται στις ωοθήκες μετά την γέννηση της γυναίκας, μόνον 25.000 έχουν παραμείνει στην ηλικία των 37 ετών, και από αυτά τελικά μόνον 1.000 στην διάρκεια της κλιμακτηρίου.
Η κατανάλωση των ωαρίων είναι συνεχής. Εξελίσσεται πριν την εμμηναρχή, κατά την διάρκεια των εγκυμοσυνών ακόμα και όταν η γυναίκα παίρνει το αντισυλληπτικό χάπι. Η απώλεια αυτή δεν είναι μόνον από ωορρηξίες, αλλά από μία συνεχή κυτταρική απόπτωση ή εκφύλιση, μικρών και ανώριμων ωαρίων.
Η ωοθήκες δεν είναι σε θέση να δημιουργήσουν νέα ωάρια κατά την διάρκεια της γόνιμης ζωής της γυναίκας (όλα τα ωάρια έχουν δημιουργηθεί κατά την εμβρυϊκή περίοδο μίας γυναίκας) σε αντίθεση με τους ανδρικούς όρχεις. Οι ορμόνες δεν βελτιώνουν τα ωάρια, απλά ωριμάζουν αυτά που υπάρχουν στην ωοθήκη. Δεν υπάρχει θεραπεία να βοηθάει την δημιουργία νέων ωαρίων. Στην ωοθήκη καταναλώνονται συνεχώς ωάρια έως ότου αυτά τελειώσουν στην εμμηνόπαυση.
Η μείωση όμως της γονιμότητας στην γυναίκα, δεν οφείλεται μόνον σε λιγότερα ωάρια αλλά περισσότερο στην αδυναμία αυτών των εναπομεινάντων ωαρίων, να στηρίξουν επιτυχώς εγκυμοσύνη. Το πρόβλημα είναι εξαιρετικά πολύπλοκο και ουσιαστικά έχει γενετική βάση. Μετά την ηλικία των 40 ετών έως και το 70% των υπολοίπων ωαρίων είναι ανώμαλο γενετικά. Αυτά τα ωάρια ονομάζονται στην ιατρική ανευπλοιδικά. Γνωρίζουμε επίσης πως αντίστοιχα ποσοστά γενετικών ανωμαλιών εμφανίζουν και τα σπερματοζωάρια.
Δυστυχώς και τα φυσιολογικά αλλά και το ανώμαλα γεννητικά κύτταρα γονιμοποιούνται στο εργαστήριο και στην αρχή τουλάχιστον της ζωής τους (2η - 6η ημέρα), δεν δείχνουν το αληθινό τους πρόσωπο.
Σε αυτήν την φυσιολογική φθορά των ωαρίων προστίθενται ιατρογενείς καθώς και τοξικοί περιβαλλοντολογικοί παράγοντες. Ιατρογενείς παράγοντες αντιπροσωπεύουν επεμβάσεις που τραυματίζουν η μειώνουν την ωοθηκική μάζα, όπως αφαίρεση κύστεων ωοθήκης, αποστήματα κοκ. Ο πιο σημαντικός παράγων φαίνεται να είναι όμως καθαρά γενετικός ή και κληρονομικός. Κάποιες γυναίκες εξαντλούν πρόωρα και ανεξήγητα τον ωοθηκικό τους πληθυσμό χωρίς προειδοποίηση. Αυτό στην ιατρική γλώσσα αναφέρεται ως πρόωρη κλιμακτήριος. Δυστυχώς αυτή είναι μία προδιάθεση που σε μερικές περιπτώσεις κληρονομείται και στα παιδιά!
Υπάρχουν βέβαια και τυχαίοι παράγοντες που μπορεί και αυτοί να επηρεάσουν αρνητικά την επιτυχία. Η τοποθέτηση στην μήτρα γίνεται αναγκαστικά διαμέσου του τραχήλου της μήτρας. Μικρές ποσότητες βλέννης από τον ενδοτράχηλο μπορούν να προσκολληθούν στον καθετήρα της εμβρυομεταφοράς και να εμποδίσουν τα έμβρυα να έρθουν σε επαφή με το ενδομήτριο. Σε άλλες περιπτώσεις μπορεί και να τα παρασύρουν και να τα ξαναβγάλουν από την μήτρα η να τα εναποθέσουν σε σημεία λιγότερο γόνιμα όπως π.χ. ο τράχηλος της μήτρας.
Όλοι αυτοί οι περίπλοκοι παράγοντες που αναφέρθηκαν, μπορούν να μετατρέψουν μία ομαλή και καλή προσπάθεια όπου ο γιατρός όντως εννοούσε πως όλα πήγαν τέλεια, σε ανεξήγητη αποτυχία. Αυτοί οι λόγοι πρέπει να αναλυθούν στο ζευγάρι στην επίσημη συνάντηση μετά την αποτυχία, όπως και άλλες πιο ουσιαστικές παρατηρήσεις που μπορεί να προκύψουν από μία προσεκτική επανεξέταση της προσπάθειάς τους. Σημασία έχει η καλή επικοινωνία πριν, κατά την διάρκεια και μετά την ολοκλήρωση της προσπάθειας με το ζευγάρι και ειδικά με την γυναίκα που υποβάλλεται και στην θεραπεία.
Εφόσον το ζευγάρι ικανοποιηθεί σε όλες του τις απορίες μπορεί να αποδεχτεί και την αποτυχία του. Η καλή σχέση ανάμεσα στο γιατρό και το ζευγάρι αποτελεί την βάση πάνω στην οποία χτίζεται η εμπιστοσύνη για να συνεχίσουν μαζί τις προσπάθειές τους. Το να δίνει ο γιατρός ελπίδα και δύναμη στο ζευγάρι είναι υποχρέωση, με την προϋπόθεση ότι και ο ίδιος πιστεύει πως οι προσπάθειες και οι θυσίες του ζεύγους έχουν αξία. Οι πιθανότητες πρέπει αναφέρονται ρεαλιστικά, ειδικά πριν το ζευγάρι αρχίσει όλη αυτήν την προσπάθεια που λέγεται εξωσωματική γονιμοποίηση για να αποκτήσει παιδί.
Τέλος, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι οι ορμόνες και γενικά οι θεραπείες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, όπως δείχνουν οι μελέτες, δεν φαίνεται να αυξάνουν καμία μορφή καρκίνου στα γεννητικά όργανα της γυναίκας. Παρόλα αυτά είναι σημαντικό πριν την έναρξη της θεραπείας να γίνεται ένας διεξοδικός έλεγχος των μαστών και έσω γεννητικών οργάνων με υπέρηχο, τεστ Παπανικολάου και όπου κρίνεται σκόπιμο, μαστογραφία.